Έννοια “μισθώματος” για τον καθορισμό της υλικής αρμοδιότητας στις μισθωτικές διαφορές

Περίληψη ΜονΠρΑθ 1577/2015 (αδημ.)

Στην υπό κρίση αγωγή η ενάγουσα εκθέτει, ότι δυνάμει του ένδικου ιδιωτικού συμφωνητικού μίσθωσε από την εναγομένη ένα κατάστημα εντός εμπορικού κέντρου, αντί βασικού εγγυημένου μηνιαίου μισθώματος 500 ευρώ πλέον τέλος χαρτοσήμου και ΦΠΑ, επιβαρυνόμενου σε μηνιαία βάση από όσα ποσά αναλογούν στο μίσθιο σύμφωνα με τις περιοδικές μετρήσεις για κατανάλωση νερού, ηλεκτρικού ρεύματος και τηλεφώνου, δημόσιους και δημοτικούς φόρους, δαπάνες συντήρησης και φύλαξης του εμπορικού κέντρου κ.α. Τελικώς, η ενάγουσα εκθέτει ότι κατά μέσο όρο καταβάλλει από τις αιτίες αυτές πάνω από 2.000 ευρώ μηνιαίως για τη χρήση του μισθίου. Σύμφωνα με την ενάγουσα, σε αυτό το ύψος ανέρχεται το συμφωνημένο μίσθωμα, στον οποίο ισχυρισμό βασίζει την υλική αρμοδιότητα του επιληφθέντος δικαστηρίου. 

Σύμφωνα με το δικαστήριο, κατά την έννοια του 14 παρ. 1β ΚΠολΔ ως συμφωνημένο μίσθωμα νοείται το ποσό που ανταποκρίνεται στην αξία της χρήσης που παραχωρείται με τη μισθωτική σύμβαση και όχι άλλες παρεπόμενες παροχές. Τέτοιες παροχές όπως τέλη χαρτοσήμου, ΦΠΑ, δαπάνες κοινοχρήστων, ΔΕΚΟ κλπ., θεωρούνται μεν μίσθωμα υπό την έννοια ότι η καθυστερημένη πληρωμή τους στηρίζει λόγο απόδοσης του μισθίου (ΕισΝΚΠολΔ 66, ΑΚ 597), δεν μπορούν όμως να θεωρηθούν ως μίσθωμα και από άποψη υλικής αρμοδιότητας. Τούτο διότι έχουν παρεπόμενο χαρακτήρα, ώστε κατ’ άρθρο 9 ΚΠολΔ δεν λαμβάνονται υπόψη για την εκτίμηση του αντικειμένου της διαφοράς.  

 
Θυμηθείτε κι αυτά
prev next

Πριν φύγετε

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.