Η έννοια του σπουδαίου λόγου στο δίκαιο της ΟΕ

Ο ‘σπουδαίος λόγος’ του άρθρου 259 παρ.1 και η σχέση του με τα άρθρα 261 και 263 ν. 4072/2012

Γράφει ο Δημήτριος Κουτσουπιάς, τελειόφοιτος Νομικής Σχολής ΑΠΘ

Περιεχόμενα

  1. Εισαγωγικά. 3
  2. Η αιτιολογική έκθεση. 4
  3. Άρθρο 259 παρ.1δ: Περιπτώσεις νομολογίας. 5

α. Η απόφαση 70/2021 Μον. Πρ. Καβάλας. 5

β. Η απόφαση 243/2020 Μον. Εφ. Λάρισας. 6

γ. Η απόφαση 38/2020 Μον. Πρ. Λαμίας. 6

δ. Η απόφαση 141/2020 Μον. Πρ. Δράμας. 7

ε. Η απόφαση ΑΠ 210/2017. 7

στ. Η απόφαση ΑΠ 671/2020. 8

ζ.  Το σκεπτικό των αποφάσεων. 9

  1. Άρθρο 261 παρ.3: Περιπτώσεις νομολογίας. 9

α. Η απόφαση 2806/2017 Μον. Πρ. Αθηνών. 9

  1. Συμπεράσματα.. 10

1. Εισαγωγικά

Το  εκτενές νομοθέτημα 2072/2012 δημιουργήθηκε στην καρδιά της μνημονιακής εποχής. Υπήρξε έκφραση της ανάγκης για ρύθμιση του επιχειρηματικού κόσμου, της δημιουργίας ενός φιλικού περιβάλλοντος για προσέλκυση επενδύσεων και κεφαλαίων, για την επανεκκίνηση της οικονομίας γενικότερα[1]. Πράγματι με το νόμο αυτό ρυθμίζεται ένα τεράστιο εύρος εταιρικών ζητημάτων, και ειδικότερα  οι προσωπικές εταιρίες  στο έβδομο μέρος με τίτλο «Προσωπικές Εμπορικές Εταιρίες».

Στο τέταρτο τμήμα του μέρους που ρυθμίζει την ομόρρυθμη εταιρία με τίτλο «Λύση Εταιρίας και έξοδος εταίρου» περιέχονται και τα άρθρα 259, 261 και 263 τα οποία αναφέρουν:

Άρθρο 259

  1. Η ομόρρυθμη εταιρεία λύνεται:

α) με την πάροδο του χρόνου διαρκείας της,

β) με απόφαση των εταίρων,

γ) με την κήρυξή της σε πτώχευση και

δ) με δικαστική απόφαση ύστερα από αίτηση εταίρου, εφόσον υπάρχει σπουδαίος λόγος.

Στην εταιρική σύμβαση μπορεί να προβλέπονται και άλλοι λόγοι λύσης της εταιρείας.

  1. Η αίτηση εκδικάζεται από το μονομελές πρωτοδικείο της έδρας της εταιρείας κατά την διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας.

Άρθρο 261

  1. Ο εταίρος μπορεί με δήλωσή του προς την εταιρεία και τους λοιπούς εταίρους να εξέλθει από την εταιρεία, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στην εταιρική σύμβαση.
  2. Στην εταιρεία αορίστου χρόνου η αξία της συμμετοχής καταβάλλεται στον εξερχόμενο εταίρο στο τέλος της εταιρικής χρήσης.
  3. Στην εταιρεία ορισμένου χρόνου η καταβολή της αξίας συμμετοχής στον εξερχόμενο εταίρο εξαρτάται από τη συνδρομή σπουδαίου λόγου. Αν το δικαστήριο που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 259 κρίνει ότι δεν συντρέχει σπουδαίος λόγος, ο εταίρος δεν έχει αξίωση για καταβολή της αξίας της συμμετοχής του.

Άρθρο 263

Αν συντρέχει στο πρόσωπο ενός εταίρου περιστατικό που θα δικαιολογούσε τη λύση της εταιρείας σύμφωνα με την περίπτωση δ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 259, το μονομελές πρωτοδικείο μπορεί, ύστερα από αίτηση των λοιπών εταίρων, η οποία εκδικάζεται κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, αντί της λύσης της εταιρείας, να διατάξει τον αποκλεισμό του εταίρου.

Σε δύο σημεία λοιπόν ο νόμος αναφέρει άμεσα τη συνδρομή σπουδαίου λόγου για τη λύση της εταιρίας και για την εκούσια έξοδο εταίρου, ενώ σε μία περίπτωση γίνεται έμμεση αναφορά σε σπουδαίο λόγο για τον αποκλεισμό εταίρου.

2. Η αιτιολογική έκθεση

Η αιτιολογική έκθεση του νόμου αναφέρει για το μεν άρθρο 259: «Προβλέπεται ως νέος λόγος η λύση της εταιρίας µε δικαστική απόφαση ύστερα από αίτηση του εταίρου, εφόσον υπάρχει σπουδαίος λόγος (άρθρο 259 παρ. 1 στοιχ. δ). Η ρύθμιση αποτρέπει τη λύση της εταιρίας χωρίς να υπάρχει πράγματι σπουδαίος λόγος, όπως δέχεται η νομολογία που προαναφέρθηκε σχετικά µε την καταγγελία. Δεδομένου ότι προβλέπεται και δικαίωμα εξόδου του εταίρου, το δικαίωμα δικαστικής λύσης της εταιρίας παρέχεται ως ultimum refugium σε περιπτώσεις που ο εταίρος έχει προς τούτο ειδικό έννομο συμφέρον. Η δικαστική λύση της εταιρίας για σπουδαίο λόγο αφορά τόσο την εταιρία αορίστου όσο και την ορισμένου χρόνου. Σε αντίθεση µε το μέχρι σήμερα ισχύον δίκαιο, προβλέπεται ότι ο θάνατος, η πτώχευση και η υποβολή σε δικαστική συμπαράσταση εταίρου επιφέρουν τη λύση της εταιρίας µόνο, εφόσον προβλέπεται στην εταιρική σύμβαση (αντιστροφή του κανόνα των ΑΚ 773 και 775) (άρθρο 260). Η διάταξη λαμβάνει υπόψη την αρχή της διατήρησης της επιχείρησης, για την οποία έγινε ήδη λόγος.»

Για το δε άρθρο 261 αναφέρεται: «Πέραν της δυνατότητας του εταίρου να επιφέρει τη δικαστική λύση της εταιρίας σύμφωνα µε το άρθρο 259 παρ. 1 περ. δ, προβλέπεται, για πρώτη φορά, δικαίωμα εξόδου του εταίρου από την εταιρία. Το δικαίωμα εξόδου αντικαθιστά έτσι -χωρίς όμως να καταργεί, καθόσον μπορεί να εισαχθεί µε την εταιρική σύμβαση- το δικαίωμα καταγγελίας. Η άσκηση του δικαιώματος επιφέρει, τόσο στην εταιρία αορίστου όσο και ορισμένου χρόνου, την άμεση έξοδο του εταίρου από την εταιρία. Εντούτοις, στην εταιρία ορισμένου χρόνου η καταβολή στον εξελθόντα εταίρο της αξίας της συμμετοχής του θα εξαρτηθεί από τη συνδρομής σπουδαίου λόγου, η ύπαρξη του οποίου κρίνεται από το δικαστήριο. Η ρύθμιση έχει το πλεονεκτήματα ότι µε αυτή ξεκαθαρίζουν αμέσως τα πράγματα αλλά και εξισορροπούνται τόσο τα συμφέροντα της εταιρίας -καθόσον η απώλεια της αξίας της μερίδας αποτελεί αντικίνητρο για την άσκηση αβάσιμων ή καταχρηστικών δηλώσεων εξόδου- όσο και του εξερχομένου, ο οποίος δεν θα πρέπει να αναμένει την κρίση του δικαστηρίου, για να εξέλθει από την εταιρία, µε συνέπεια να µη δεσμεύεται μέχρι την έκδοση της δικαστικής απόφασης µε υποχρεώσεις και αντίστοιχες προσωπικές ευθύνες που δημιουργούνται από µια διαχείριση που δεν εγκρίνει.»

Καθίσταται λοιπόν σαφές ότι με τις δύο αυτές διατάξεις ο νομοθέτης επικαλείται την ύπαρξη σπουδαίου λόγου επιδιώκοντας δύο διαφορετικούς σκοπούς. Στη μεν περίπτωση της λύσης της εταιρίας επιδιώκει τη συνέχιση του εταιρικού βίου, στη δε περίπτωση εξόδου εταίρου ζητούμενο είναι η εξισορρόπηση συμφερόντων μεταξύ εξερχόμενου εταίρου και εταιρίας.  Ποιοι όμως είναι αυτοί οι λόγοι –σύμφωνα με τη νομολογία- οι οποίοι είναι «σπουδαίοι» αρκετά ώστε να δικαιολογούν λύση μιας εταιρίας; Το εν λόγω νομοθέτημα δημοσιεύτηκε και τέθηκε σε ισχύ την 11-4-2012 και ο βραχύς σχετικά βίος του δεν έχει επιτρέψει ακόμα τη δημιουργία ιδιαίτερα πυκνής νομολογίας. Παρά ταύτα όμως υφίσταται ήδη ένα πλήθος αποφάσεων ικανών να αμβλύνουν την ασάφεια[2] του όρου «σπουδαίος λόγος». Ο αναιρετικός έλεγχος στον οποίο υπόκειται η παραπάνω έννοια έχει ως αποτέλεσμα ήδη την έκδοση αποφάσεων από τον Άρειο Πάγο, οι οποίες αποτελούν οδηγό για την κατάταξη πραγματικών περιστατικών στις διατάξεις του νόμου.

3.     Άρθρο 259 παρ.1δ: Περιπτώσεις νομολογίας

α. Η απόφαση 70/2021 Μον. Πρ. Καβάλας

Στην περιοχή της Καβάλας λειτουργούσε εύρυθμα και κερδοφόρα για πάνω από είκοσι έτη διμελής ομόρρυθμη εταιρία με εταίρους δύο αδερφούς, η οποία εμπορευόταν ανταλλακτικά. Όταν όμως κάποια στιγμή ο ένας εκ των δύο εταίρων προσέλαβε τον σύζυγο της κόρης του ως υπάλληλο, τα πράγματα άρχισαν να παίρνουν μια πορεία πολύ άσχημη. Ο μεν ένας εταίρος κατηγόρησε τον άλλο ότι εξυπηρετούσε πελάτες εκτός ωραρίου και σε αργίες, ότι δεν έβαζε τα κέρδη στο ταμείο και ότι δεν ενημέρωνε για τις συναλλαγές που είχε. Ο δε άλλος εταίρος ισχυρίστηκε ότι ο αδερφός του υποθάλπει την εύρυθμη λειτουργία της εταιρίας καθώς δεν τον αφήνει να έχει κωδικούς εταιρικού  e-banking και δεν συναινεί στο να διορθωθεί η πινακίδα της εταιρίας. Τα εξώδικα μεταξύ των αδερφών και εταίρων με τα όσα κατηγορούσαν αμφότεροι αλλήλους συνέχισαν, φτάνοντας τις προσωπικές σχέσεις μεταξύ τους σε σημείο απροχώρητο. Σε κάθε περίπτωση επίκεντρο των μεταξύ τους ερίδων ήταν και παρέμενε η παρουσία του γαμβρού του ενός εκ των εταίρων ως υπάλληλου της εταιρίας. Ο μεν ένας εκ των εταίρων αιτήθηκε τη λύση της εταιρίας, ο δε άλλος ισχυρίστηκε ότι οι εις βάρος του κατηγορίες ήταν απλές προφάσεις για να λυθεί η εταιρία και ζήτησε αποκλεισμό του αδερφού του κατά το άρθρο 263 ν.4072/2012.

Το δικαστήριο δέχτηκε ότι πράγματι οι συνθήκες που διαμορφώθηκαν δεν επέτρεπαν την συνέχιση λειτουργίας της εταιρίας με την προϋπάρχουσα δομή της. Ωστόσο, και αυτό είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον, το δικαστήριο έλαβε υπόψη του ότι η εταιρία τον τελευταίο χρόνο λειτουργίας της, και παρά τις έριδες των εταίρων, παρά την ανυπόφορη μεταξύ τους σχέση, παρέμενε κερδοφόρος. Και αυτό κατά τη δικαστική κρίση σημαίνει ότι η εταιρία δεν θα έπρεπε να λυθεί, αλλά να αναζητηθεί από τα πραγματικά περιστατικά ο εταίρος ο οποίος θα αποκλειόταν ώστε να συνεχίσει τη λειτουργία της ο άλλος (υπό την αίρεση  εύρεσης νέου εταίρου). Πράγματι, με το διατακτικό της εν λόγω απόφασης αποκλείστηκε ο εταίρος ο οποίος επιθυμούσε τη λύση της και η επιχείρησης συνέχισε την λειτουργία της ως μονοπρόσωπη υπό την αίρεση εύρεσης  νέου εταίρου εντός τεσσάρων μηνών.

β. Η απόφαση 243/2020 Μον. Εφ. Λάρισας

Αντίθετα, σε υπόθεση που κρίθηκε σε δεύτερο βαθμό στο Μονομελές Εφετείο Λάρισας, το δικαστήριο αποφάσισε ότι συντρέχει σπουδαίος λόγος λύσης ομόρρυθμης εταιρίας. Δύο αδέρφια ομόρρυθμοι εταίροι είχαν αγαστή συνεργασία και κερδοφόρα επιχείρηση για πάνω από 30 χρόνια. Ο ένας είχε την ευθύνη διαχείρισης των γραφείων της εταιρίας και ο άλλος εργαζόταν ως οδηγός στα λεωφορεία τους. Όταν όμως για λόγους υγείας χρειάστηκε να αλλάξουν πόστα αποκαλύφθηκαν τεράστιες ατασθαλίες στην τήρηση των λογιστικών. Αυτό αποτέλεσε την αρχή μιας διαμάχης χωρίς επιστροφή για τις σχέσεις τους. Το δικαστήριο δέχτηκε τόσο σε πρώτο όσο και σε δεύτερο βαθμό πως συντρέχει λόγος λύσης της εταιρίας καθώς δεν υπήρχε πλέον καμία πιθανότητα συνεργασίας τους.

Πρόκειται και πάλι για διμελή εταιρία με ομόρρυθμους εταίρους οι οποίοι αδυνατούν να συνεχίσουν ομαλά τη συνεργασία τους. Και σε αυτή την περίπτωση ο μεν ένας εταίρος κατέθεσε αίτημα λύσης εταιρίας, ο δε άλλος αιτήθηκε αποκλεισμό του συνεταίρου του. Το δικαστήριο όμως εδώ επέλεξε τη λύση της εταιρίας διότι στην αίτηση αποκλεισμού δεν υπήρξε αναφορά για εύρεση νέου εταίρου και συνέχιση της επιχείρησης. Συνεπώς το αίτημα κρίθηκε αβάσιμο. Και μπορεί μεν η ρητή δήλωση για εύρεση νέου εταίρου να μην είναι στοιχείο του πραγματικού της αίτησης κατά το άρθρο 263 (ΑΠ 207/2019), όμως η μη ύπαρξή της αποτέλεσαν για το δικαστήριο ένδειξη πλήρους αποξένωσης των εταίρων από την επιχείρηση. Συνεπώς, για το δικαστήριο η λύση της εταιρίας υπήρξε μονόδρομος.

γ. Η απόφαση 38/2020 Μον. Πρ. Λαμίας

Και το Μονομελές Πρωτοδικείο Λαμίας δέχτηκε πρόσφατα ότι υφίσταται σπουδαίος λόγος για λύσης εταιρίας, μόνο που εδώ επρόκειτο για ετερόρρυθμη εταιρία στην οποία έγινε αναλογική εφαρμογή περί λύσης της, ελλείψει ειδικότερης ρύθμισης. Στην υπό κρίση περίπτωση μια εταιρία παραγωγής συσκευασμένων μανιταριών κατέληξε να έχει ομόρρυθμο εταίρο και διαχειρίστρια την καθ’ ου η αίτηση και έναν ετερόρρυθμο. Η εταιρία πάντως διέγραψε πτωτική πορεία και απώλειες εξ’ αιτίας των χειρισμών της διαχειρίστριας της. Έτσι, ο μοναδικός ετερόρρυθμος κατέθεσε αίτημα λύσης της εταιρίας. Το αίτημα δεν αφορούσε τις προσωπικές του σχέσεις με την συνεταίρο του. Οι προσωπικές τους σχέσεις δεν αποτέλεσαν αντικείμενο εξέτασης για το δικαστήριο και καμία αναφορά δεν γίνεται σε αυτές στην απόφαση. Αντίθετα, το αίτημα λύσης της εταιρίας αφορούσε στις εξωτερικές σχέσεις της εταιρίας δια των χειρισμών της ομορρύθμου εταίρου. Η άσχημη πορεία της εταιρίας και η μη ύπαρξη ενός εναλλακτικού δρόμου διάσωσής της ήταν που αποτέλεσε το κρίσιμο στοιχείο για να δεχτεί το δικαστήριο την ύπαρξη σπουδαίου λόγου λύσης της.

δ. Η απόφαση 141/2020 Μον. Πρ. Δράμας

Πρόκειται για μια ακόμα περίπτωση στην οποία οι δύο μοναδικοί εταίροι ομόρρυθμης εταιρίας ήρθαν σε βαθιά ρήξη των προσωπικών σχέσεων τους. Όταν ο πρώτος εταίρος αρνήθηκε τη λογοδοσία στον δεύτερο, αυτός έλεγξε μόνος του τα λογιστικά της εταιρίας και διαπίστωσε μια επιμελή συντήρηση του χρέους της εταιρίας και μια συνεχή αλλοίωση της εικόνας των λογιστικών. Κατόπιν ο δεύτερος συνέταιρος ζήτησε  από τον πρώτο να επιστρέψει το δάνειο των 100.000 ευρώ που ο ίδιος του είχε δώσει για διευκόλυνση από το ταμείο της εταιρίας. Ο καθ’ ου οι κατηγορίες εταίρος αρνήθηκε και ισχυρίστηκε ότι ναι μεν ο συνεταίρος του έκανε ανάληψη 100.000 ευρώ, αλλά ουδέποτε του τα δάνεισε και συνεπώς αυτός ήταν που χρωστούσε στην εταιρία. Η συνέχεια των σχέσεων τους περιλαμβάνει επικοινωνία μόνο με εξώδικα, ένταση και τελικά δικαστική διένεξη. Ο πρώτος συνεταίρος ζήτησε τη λύση της εταιρίας και ο δεύτερος τον αποκλεισμό του πρώτου και τη συνέχισή της. Το δικαστήριο εκτίμησε ότι παρά τις προσωπικές διενέξεις, πρόκειται για μια ιδιαίτερα επικερδή επιχείρηση, με κύκλο εργασιών κοντά στα 4 εκατομμύρια ευρώ, η οποία απασχολούσε 57 υπαλλήλους στους οποίους δεν χρωστούσε. Ως εκ τούτου έκρινε πως το αίτημα για λύση της εταιρίας ασκήθηκε καταχρηστικά κατά το άρθρο 281ΑΚ και συνεπώς θα έπρεπε να συνεχιστεί η επιχείρηση. Για να γίνει αυτό θα έπρεπε να αποκλειστεί ένας εκ των δύο εταίρων. Αναζητώντας το ποιος θα έπρεπε να είναι αυτός, το δικαστήριο θεώρησε πως αυτός ο οποίος αιτήθηκε τη λύση της δεν έχει πλέον δεσμούς μαζί της και είναι αυτός οποίος θα πρέπει να αποκλειστεί.

ε. Η απόφαση ΑΠ 210/2017

Η πρώτη χρονικά απόφαση στην οποία ο ΑΠ κλήθηκε να ελέγξει την εφαρμογή του άρθρου περί λύσης ομορρύθμου εταιρίας εκδόθηκε το 2017, με τη διαφορά να εκδικάζεται στην Θεσσαλονίκη σε πρώτο βαθμό το 2013, και σε δεύτερο το 2015. Πρόκειται πράγματι για διαφορά με χρονική εγγύτητα στη δημοσίευση του νόμου, όμως ο Άρειος Πάγος έκρινε απολύτως ορθή την απόφαση του δικαστηρίου της ουσίας.

Η δομή της μέσης επιχείρησης στη χώρα μας, η οποία περιλαμβάνει κυρίως συγγενείς, σε συνδυασμό με τον προσωπικό χαρακτήρα των ομορρύθμων εταιριών, δημιουργεί μια άτυπη στερεοτυπία στη νομολογία. Ως επί το πλείστων οι σχετικές αποφάσεις περιλαμβάνουν διαφορές μεταξύ συγγενών και η εν λόγω απόφαση δεν αποκλίνει. Ένα νεαρό ζευγάρι αγόρασε άδεια, λειτούργησε και βιοποριζόταν από φαρμακείο, με την μορφή  ομόρρυθμης φαρμακευτικής εταιρίας. Η σύζυγος ήταν πτυχιούχος φαρμακοποιός και ο σύζυγος είχε καταβάλει το ποσό των 400.000 ευρώ για το άνοιγμα της επιχείρησης, ενώ συμμετείχε σε αυτήν ως υπάλληλος. Η έγγαμη συμβίωσή τους πάντως διερράγη με ακραίο τρόπο οδηγώντας τους κατόπιν τρομερών εντάσεων σε διαζύγιο. Η σύζυγος κατόπιν αυτού αιτήθηκε από το δικαστήριο τη λύση της εταιρίας. Ωστόσο το δικαστήριο της ουσίας έκρινε, και ο Άρειος Πάγος συμφώνησε, ότι στην προκειμένη περίπτωση η αξίωση της αιτούσας για δικαστική λύση της εταιρίας, ξεπερνά τα ακραία αξιολογικά όρια του άρθρου 281 ΑΚ, αφού με το αίτημά της σκοπό είχε μόνο να βλάψει τον πρώην σύζυγό και εισέτι συνέταιρο της. Πρόκειται δηλαδή για άσκηση δικαιώματος κατά τρόπο αντίθετο προς τα χρηστά ήθη ή την καλή πίστη, στην οποία όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η απόφαση ωθήθηκε από κακοπιστία, και με αποκλειστικό σκοπό την βλάβη του καθ` ου.

Έτσι, και παρά την αντικειμενική αδυναμία συνέχισης της επιχείρησης ως είχε, το δικαστήριο απέρριψε το αίτημα λύσης της εταιρίας. Τα επόμενα χρόνια η νομολογία παρέκκλινε ελαφρώς από τη συγκεκριμένη θέση και εφαρμόζοντας τη διάταξη του άρθρου 263 ν. 4072/2012, αποφεύγει μεν την λύση της εταιρίας, αλλά διατάσει παράλληλα τον αποκλεισμό ενός από τους εταίρους ώστε το σχήμα της επιχείρησης να γίνει λειτουργικό.  

στ. Η απόφαση ΑΠ 671/2020

Ο Άρειος Πάγος κλήθηκε να εξετάσει την ορθότητα της απόφασης του  Μονομελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 259 και 263 ν. 4072/2012, κρίνοντας τελικά ότι ο νόμος εφαρμόστηκε ορθά. Συγκεκριμένα, στα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, σε Ετερόρρυθμη Εταιρία με έδρα την Κατερίνη, στα πρώτα χρόνια λειτουργίας της οι σχέσεις όλων των εταίρων ήταν άριστες. Η δομή της εταιρίας αρχικά περιελάμβανε δύο ομόρρυθμες εταίρους, οι οποίες τύγχαναν πρώτες εξαδέλφες και έξη ετερορρύθμους. Στην πορεία όμως οι έριδες μεταξύ των δύο εξαδέλφων-ομορρύθμων εταίρων δημιούργησαν συνεχείς εντάσεις με αποτέλεσμα την εκούσια έξοδο όλων των εταίρων εκτός από τις δύο οι οποίες είχαν προσωπική διαμάχη και τον σύζυγο της πρώτης εξ αυτών, οποίος παρέμεινε ο μόνος ετερόρρυθμος εταίρος. Η δεύτερη μάλιστα εταίρος άρχισε να πραγματοποιεί κατ’ επανάληψη αναλήψεις μεγάλων ποσών από τους τραπεζικούς λογαριασμούς της εταιρίας. Στη συνέχεια, και αφού η συνεταίρος της ζήτησε και δεν πήρε εξηγήσεις για τις αναλήψεις ποσών από τους εταιρικούς λογαριασμούς προέβη μαζί με τον σύζυγό της σε ίδρυση νέας εταιρίας, με τον ίδιο σκοπό και καταβάλλοντας κάθε δυνατή προσπάθεια πλήξης της πρώτης εταιρίας, της οποίας βέβαια παρέμεναν συνέταιροι.  Έφτασαν μάλιστα, μεταξύ άλλων,  σε σημείο ακόμα και να προσλάβουν υπεράριθμους και μη αναγκαίους υπαλλήλους ώστε επιβαρυμένη η πρώτη εταιρία από τη μισθοδοσία τους να καταρρακωθεί οικονομικά. Από την πορεία και την αποδεικτική διαδικασία της παράλληλης ποινικής δίκης της υπόθεσης προέκυψε πως το ζευγάρι παραβίασε κάθε διάταξη περί υγιούς ανταγωνισμού και υποχρέωσης πίστης. Παρά ταύτα, το δικαστήριο της ουσίας έκρινε, και ο Άρειος Πάγος συμφώνησε, ότι με την αποχώρηση των εταίρων που προσπαθούν να βλάψουν την εταιρία, η εναπομείνασα εταίρος, με την αίρεση εισόδου νέου εταίρου, μπορεί να κρατήσει την επιχείρηση κερδοφόρο. Συνεπώς, όλα τα παραπάνω γεγονότα αποτελούν μεν σπουδαίους λόγους για τη λύση της εταιρίας, αλλά εφόσον αυτή μπορεί να συνεχίσει τη λειτουργία της, ορθώς έγινε εφαρμογή του άρθρου 263 και η επιχείρηση συνέχισε με τον αποκλεισμό των εταίρων που την έβλαπταν.

ζ.  Το σκεπτικό των αποφάσεων

Κάθε απόφαση από όσες εξετάστηκαν ακολουθεί μια παρόμοια πορεία στην ανάπτυξη του δικανικού συλλογισμού της. Κάθε απόφαση που καλείται να εφαρμόσει τη διάταξη του άρθρου 259 αναφέρει ρητά ότι ο σπουδαίος λόγος «πρέπει κατά βάση να αναφέρεται στις σχέσεις της εταιρίας και όχι στο πρόσωπο των εταίρων, εκτός αν στη συγκεκριμένη περίπτωση τα προσωπικά στοιχεία παίζουν πρωτεύοντα ρόλο

Επίσης, στο σκεπτικό κάθε απόφασης γίνεται μνεία στην οργάνωση της επιχείρησης η οποία θα πρέπει να εξετάζεται σε συνάρτηση με τις εκάστοτε περιστάσεις προκειμένου να διαπιστωθεί η συνδρομή σπουδαίου λόγου. «Αυτή η οργάνωση θα αποτελεί τον κύριο οδηγό για την εκτίμηση της σοβαρότητας της κατάστασης που δημιούργησε ο επικαλούμενος σπουδαίος λόγος. Η ύπαρξή του θα πρέπει πάντως να έχει ιδιαίτερη βαρύτητα και σημαντικές επιπτώσεις στην ομαλή λειτουργία της εταιρίας. Αυτές οι επιπτώσεις είναι απαραίτητο να παρουσιάζουν το στοιχείο της μονιμότητας και να μην έχουν προσωρινό χαρακτήρα»

4.   Άρθρο 261 παρ.3: Περιπτώσεις νομολογίας

α. Η απόφαση 2806/2017 Μον. Πρ. Αθηνών

Στα πραγματικά περιστατικά της εν λόγω ένδικης διαφοράς, οι διάδικοι ήταν εταίροι σε ομόρρυθμη εταιρία ορισμένου χρόνου με δύο εταίρους. Ο σκοπός της εταιρίας ήταν η παροχή υπηρεσιών εργοθεραπείας- λογοθεραπείας και η διάρκειά της ήταν δεκαετής.  Όταν η πρώτη από τις συνεταίρους άρχισε να εργάζεται σε εταιρία με παρεμφερή σκοπό σε όμορο Δήμο, η δεύτερη εταίρος θεώρησε πως η πράξη της ήταν αθέμιτη. Ξεκίνησε η μεταξύ τους ανταλλαγή προσβλητικών μηνυμάτων, και στη συνέχεια ανταλλαγή εξωδίκων, οπότε η συνεργασία τους ήταν αδύνατη. Το δικαστήριο επεσήμανε ότι «η έννοια του σπουδαίου λόγου της εξόδου του εταίρου, σύμ­φωνα με τους βάσιμους ισχυρισμούς της αιτούσας – έχει στενότερο περιεχόμενο σε σχέση με το σπουδαίο λόγο λύσεως της εταιρίας, συνεπώς αρκεί από τα πραγματικά περιστατικά να καθίσταται δυσχερής η συνέχιση της εταιρικής σχέσεως για τον εξερχόμενο εταίρο και όχι οπωσδήποτε και για την εταιρία, ως φορέα της επιχείρησης.»Συνεπώς το δικαστήριο δέχτηκε ότι πράγματι υπήρχε σπουδαίος λόγος εξόδου της εταίρου και επικεντρώθηκε στη διερεύνηση του ακριβούς κονδυλίου της εταιρικής συμμετοχής που οφείλεται στην εξερχόμενη εταίρο. Τελικά πάντως, εφόσον επρόκειτο για διμελή ομόρρυθμο εταιρία, η έξοδος της μιας εταίρου κατέστησε την εταιρία μονοπρόσωπη και η μη πλήρωση της αίρεσης για είσοδο νέου εταίρου εντός τεσσάρων μηνών την έθεσε σε καθεστώς εκκαθάρισης.   

5.  Συμπεράσματα

Οι διατάξεις των άρθρων 259 παρ. 1δ, 261 παρ.3 και 263 τελούν πράγματι σε συστηματική ακολουθία. Συμπληρώνουν το ένα το άλλο, όμως η ορθή εφαρμογή τους αποτελεί αμιγώς έργο της δικαιοδοτικής λειτουργίας κατόπιν εξέτασης των πραγματικών περιστατικών. Το πρώτο σημαντικό συμπέρασμα το οποίο προκύπτει πάντως είναι ότι σε κάθε περίπτωση η κατεύθυνση στην οποία οφείλει να κινείται η δικαστική κρίση είναι αυτή της διατήρησης της επιχείρησης. Αυτό είναι σαφές στην αιτιολογική έκθεση του νόμου,  αναφέρεται ρητά στον δικανικό συλλογισμό κάθε απόφασης που εξετάστηκε και απεικονίζεται στο διατακτικό των σχετικών αποφάσεων.

Είναι πάντως φανερό πως η προβληματική υφίσταται κατά κύριο λόγο στις περιπτώσεις προσωπικών εταιριών με δύο μόνο εταίρους οι οποίοι αδυνατούν να συνεχίσουν να συνεργάζονται ομαλά. Πέρα από το ότι σε συντριπτικό ποσοστό οι αποφάσεις που εξετάστηκαν αφορούσαν δικαστικές διαμάχες μεταξύ εταίρων-συγγενών, η παρουσία περισσότερων από δύο εταίρους φαίνεται πως αποτελεί παράγοντα μεγαλύτερης σταθερότητας για την εταιρική λειτουργία. Για τους σκοπούς της παρούσης μελετήθηκε ένα δείγμα 50 σχετικών αποφάσεων της τελευταίας πενταετίας. Αξιοσημείωτο στατιστικό στοιχείο είναι ότι μόνο 6 από τις 50 αποφάσεις που μελετήθηκαν αφορούσαν αίτηση λύσης ή αποκλεισμού για εταιρίες με πάνω από δύο εταίρους. Η συνήθης λοιπόν εκτροπή από την ομαλότητα προσωπικής εταιρίας που καταλήγει σε δικαστική απόφαση αφορά διμελείς ομόρρυθμες εταιρίες, όπου το αίτημα του ενός αφορά τη λύση της εταιρίας και του άλλου τον αποκλεισμό του συνεταίρου του.

Σε αυτή τη συνήθη περίπτωση, ακόμα και όταν διαπιστώνεται «σπουδαίος λόγος» για τη λύση μιας υγιούς οικονομικά εταιρίας, η νομολογία επιλέγει την εφαρμογή του άρθρου 263 και τον αποκλεισμό του ενός εταίρου. Για να συμβεί τούτο ο δικαστής εξετάζει κατά πόσο ο εταίρος που επιθυμεί τον αποκλεισμό του συνεταίρου του αποβλέπει και στη συνέχιση του βίου της εταιρίας. Μάλιστα, από αυτή τη νέα διάταξη απουσιάζει η συνδρομή υπαιτιότητας στο πρόσωπο του υπό αποκλεισμό εταίρου. Ένδειξη περί βούλησης συνέχισης της επιχείρησης κατά τη νομολογία είναι η προσπάθεια για εύρεση νέου συνεταίρου εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας.

Εφόσον λοιπόν ένας τουλάχιστον εταίρος είναι πρόθυμος να συνεχίσει τη δράση της εταιρίας και αυτή είναι υγιής οικονομικά, τότε το δικαστήριο διαπιστώνει τον σπουδαίο λόγο που δεν επιτρέπει τη συνέχιση του ως τότε εταιρικού σχήματος και αποφασίζει αποκλεισμό εταίρου κατά το άρθρο 263. Εάν αντίθετα ο σπουδαίος λόγος είναι η κακή πορεία της εταιρίας ή στην περίπτωση απροθυμίας όλων να συνεχίσουν τη λειτουργία της, τότε το δικαστήριο αποφασίζει την κατά το άρθρο 259 λύση της.

Οι «σπουδαίοι λόγοι» οι οποίοι διαπιστώνονται στη νομολογία μπορούν να καταταγούν σε δύο ευρείες κατηγορίες. Στους λόγους που αφορούν τις προσωπικές σχέσεις των συνεταίρων και στις σχέσεις της εταιρίας. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι στην πρώτη κατηγορία συναντάμε ως πραγματικά περιστατικά έριδες μεταξύ συνεταίρων. Πολύ συχνά, και ενώ η εταιρία είναι οικονομικά υγιής, τυχαίνει ο ένας συνεταίρος να διαπιστώνει ότι ο άλλος σφετερίζεται μεγαλύτερο του αναλογούντος κέρδους, ότι αποκρύπτονται οικονομικά στοιχεία ή ότι παραβιάζεται η υποχρέωση πίστης. Τα παραπάνω αποτελούν κατά τη δικαστική κρίση λόγους για τους οποίους είναι μεν αδύνατη η συνεργασία αλλά υπό όρους δυνατή η συνέχιση λειτουργίας της επιχείρησης.

Στην δεύτερη κατηγορία σπουδαίων λόγων είναι αυτοί που αφορούν τις σχέσεις της εταιρίας. Απλουστευμένα θα μπορούσαμε να πούμε ότι εδώ ανήκουν οι περιπτώσεις στις οποίες κακοί επιχειρηματικοί χειρισμοί εταίρου επιφέρουν οικονομική ζημία στην εταιρία καθιστώντας τη συνέχιση του βίου της δυσχερή ή επιζήμια. Σε αυτή την περίπτωση η νομολογία δέχεται τη λύση της εταιρίας. Πάντως, όπως αναφέρεται σε όλες τις παραπάνω αποφάσεις, «Η ύπαρξή του (σπουδαίου λόγου) θα πρέπει πάντως να έχει ιδιαίτερη βαρύτητα και σημαντικές επιπτώσεις στην ομαλή λειτουργία της εταιρίας. Αυτές οι επιπτώσεις είναι απαραίτητο να παρουσιάζουν το στοιχείο της μονιμότητας και να μην έχουν προσωρινό χαρακτήρα.» Επιπλέον, ο σπουδαίος λόγος πρέπει να υφίσταται τόσο κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής όσο και κατά τη συζήτηση της (ΑΠ 473/2019)Από την άλλη, όπως εκτίθεται στον δικανικό συλλογισμό των σχετικών αποφάσεων, οι λόγοι που αφορούν την εκούσια έξοδο εταίρου έχουν στενότερο περιεχόμενο από τους σπουδαίους λόγους λύσης της εταιρίας. Αρκεί και μόνο η απόδειξη της δυσχέρειας στη συνέχιση της συνεργασίας συνεταίρων για να αποφασιστεί η εκούσια έξοδος εταίρου και στην περίπτωση εταιρίας ορισμένου χρόνου να καταβληθεί στον εξερχόμενο εταίρο η αξία της εταιρικής του συμμετοχής.Στην πορεία για έξοδο από τη μακρά περίοδο των μνημονίων η στήριξη της οικονομίας και η εξυγίανση της επιχειρηματικότητας αποτέλεσαν μονόδρομο. Η αποτροπή της λύσης εύρωστων προσωπικών εταιριών για ασήμαντους λόγους κατέστη εκ των ων ουκ άνευ. Τέθηκαν στενά όρια γύρω από τους λόγους λύσης και η δικαστική λειτουργία κατέστη φύλακας αυτών των ορίων.  

[1] Αιτιολογική έκθεση ν. 4072/2012, διαθέσιμο στο https://www.hellenicparliament.gr/UserFiles/2f026f42-950c-4efc-b950-340c4fb76a24/b-etairmo-eis.pdf

[2]Ο Σπ. Ψυχομάνης αναφέρει σχετικά: «Ο σπουδαίος συνιστά αόριστη νομική έννοια…. Ως νομική μάλιστα έννοια υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου. Ο έλεγχος αφορά τη δυνατότητα υπαγωγής των συγκεκριμένων πραγματικών περιστατικών στην έννοια του σπουδαίου λόγου», Δίκαιο Εμπορικών Εταιριών, εκδ. Π.Ν. Σάκκουλα, 2018, σελ 150

 
Θυμηθείτε κι αυτά
prev next

Πριν φύγετε

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *