Καταγγελία: Αφαιρείται η ελληνική ιθαγένεια από ομογενείς της πρώην ΕΣΣΔ

Μας προωθήθηκε το παρακάτω δελτίο τύπου για σωρεία ανακλήσεων πράξεων χορήγησης της ελληνικής ιθαγένειας σε Έλληνες ομογενείς από τις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ. Το αναδημοσιεύουμε προς ενημέρωση των αναγνωστών μας.

Δείτε και αυτό το διαφωτιστικό βίντεο.

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Σοβαρή ανησυχία και ερωτηματικά έχει δημιουργήσει η πάγια πλέον τακτική της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης τα τελευταία δύο χρόνια να ανακαλεί πράξεις χορήγησης της ελληνικής ιθαγένειας σε ομογενείς από τις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ που ανατρέχουν έως και 15 και πλέον έτη πίσω στον χρόνο, χωρίς μάλιστα οι αρμόδιες υπηρεσίες να μπουν καν στον κόπο να ακούσουν τους ενδιαφερόμενους πριν το πράξουν. Έτσι πολλές εκατοντάδες μέχρι χθες συμπολιτών μας, με καταγωγή ιδίως από τον Πόντο, υποχρεούνται “να εγκαταλείψουν τη χώρα εντός 30 ημερών”. Οι άνθρωποι αυτοί και οι πρόγονοί τους, είχαν εγκαταλείψει τις εστίες τους πολλές φορές μέσα σε περιστάσεις οικονομικής εξαθλίωσης και εμφυλίου πολέμου, που επακολούθησαν της κατάρρευσης του ανατολικού συνασπισμού, και εγκαταστάθηκαν -συχνά με πρωτοβουλία του κράτους- στην Ελλάδα, έφτιαξαν εδώ ξανά τη ζωή τους, πρόκοψαν και έκαναν οικογένειες. Ξαφνικά από τη μια μέρα στην άλλη, οι ίδιοι αλλά και τα παιδιά τους βρίσκονται χωρίς καμία ιθαγένεια, αλλά και χωρίς άδεια καν να παραμείνουν εδώ νομίμως.

Αποτελεί βέβαια κοινή γνώση ότι, στα μέσα τις δεκαετίας του ’90, από ολιγωρία των αρμόδιων αρχών ή και με τη συνέργειά τους, την ελληνική ιθαγένεια απέκτησαν με βάση τις ευεργετικές διατάξεις του ν. 2173/1993 μαζί με τους ομογενείς από την πρώην ΕΣΣΔ και σημαντικός αριθμός προσώπων χωρίς ελληνική-ποντιακή καταγωγή, που εκμεταλλευόμενα την αναστάτωση στις διοικητικές υπηρεσίες της χώρας προέλευσής τους κατάφερναν να αποκτούν πλαστά ή, πάντως, αντικανονικά πιστοποιητικά προσωπικής και οικογενειακής κατάστασης.

Επιπλέον, κανείς δεν αμφισβητεί εν προκειμένω ότι η διοίκηση έχει την δυνατότητα, αν έχει σχετικές υπόνοιες, να διερευνά την αλήθεια των στοιχείων στα οποία στηρίχθηκε προκειμένου να εκδώσει κατά νόμο κάποια διοικητική πράξη της και, εφόσον η έρευνα αυτή καταδείξει την ανακρίβεια αυτών, να την ανακαλεί. Η ευχέρεια αυτή της διοίκησης, όπως είναι γνωστό, κατ’ αρχήν δεν συντρέχει σε περίπτωση που από την έκδοση της παράνομης διοικητικής πράξης έχει παρέλθει αρκετός χρόνος, ώστε η τυχόν ανάκλησή της να προσβάλλει την εμπιστοσύνη που καλόπιστα επέδειξε απέναντί της ο ωφελούμενος από αυτή. Όπως όμως δέχεται η νομολογία των διοικητικών μας δικαστηρίων η εν λόγω προστασία του διοικουμένου από αιφνιδιασμούς παύει, ασχέτως του χρόνου που έχει παρέλθει από την έκδοση της παράνομης πράξης, αν ο ενδιαφερόμενος δεν ήταν καλόπιστος αλλά, αντίθετα, συνέπραξε στην έκδοση της παράνομης πράξης. Ιδιαίτερα όταν αυτός εν γνώσει του υπέβαλε στη διοίκηση παραποιημένα και πάντως αναληθή στοιχεία, προκειμένου να εκδοθεί η ευνοϊκή γι’ αυτόν πράξη. Στις περιπτώσεις αυτές απουσίας καλής πίστης και με δεδομένο ότι η διοίκηση είναι υποχρεωμένη κατά δέσμια πλέον αρμοδιότητα από τον νόμο να προβεί στην ανάκληση της πράξης θεωρείται εύλογα ότι παρέλκει η προηγούμενη ακρόαση του πληττομένου διοικουμένου.

Ωστόσο, στο συγκεκριμένο ζήτημα της νόμιμης χορήγησης της ελληνικής ιθαγένειας σε ομογενείς της πρώην ΕΣΣΔ κάθε άλλο παρά συντρέχει η ευχέρεια να εκδηλώσει η ελληνική διοίκηση την αναδρομική τιμωρητική της αυστηρότητα. Γιατί, τελεί επίσης σε πλήρη γνώση της ελληνικής διοίκησης και ιδίως της Διεύθυνσης Ιθαγένειας του Υπουργείου Εσωτερικών και των υπηρεσιών της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης ότι η ίδια αρρυθμία στις διοικητικές λειτουργίες των διαδόχων κρατών της ΕΣΣΔ που επέτρεψε σε αρκετά πρόσωπα να αποκτήσουν πλαστά πιστοποιητικά περί της εθνικής τους καταγωγής, οδήγησε και στην εν αγνοία των δικαιούχων τους έκδοση αντικανονικών πιστοποιητικών, μολονότι αυτοί πράγματι έφεραν την ιδιότητα που τα αντικανονικά αυτά έγγραφα πιστοποιούσαν. Αυτό μάλιστα επιβεβαιώνεται πέραν κάθε αμφιβολίας από το γεγονός ότι, συχνότατα, πρόσωπα των οποίων αμφισβητήθηκε η ιδιότητά τους ως ομογενών λόγω του αντικανονικού χαρακτήρα των σχετικών πιστοποιητικών που είχαν προσκομίσει αρχικά, ήταν σε θέση να ζητήσουν εκ νέου από τις υπηρεσίες των χωρών προέλευσής τους. Αυτό συμβαίνει όταν η τάξη έχει πια αποκατασταθεί, και έτσι προσκομίζουν στις αρμόδιες ελληνικές αρχές νέα έγγραφα που ανταποκρίνονταν πλήρως στις απαιτήσεις τυπικότητας αυτών των τελευταίων.

Το πιθανότατο αυτό ενδεχόμενο, που, όπως προελέχθη, τελεί απολύτως σε γνώση της διοίκησης, επιβάλλει ακριβώς στις υπηρεσίες των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων της χώρας που διαπιστώνουν με τους ελέγχους που διενεργούν προβληματικά πιστοποιητικά προσωπικής ή οικογενειακής κατάστασης προσκομισθέντα από ομογενείς για τη χορήγηση της ελληνικής ιθαγένειας, αντί να σπεύδουν άνευ άλλου να τους αφαιρέσουν αναδρομικά την χορηγηθείσα ιθαγένεια προεξοφλώντας τη πρόθεσή τους να εξαπατήσουν τις ελληνικές αρχές, να τους καλούν σε προηγούμενη ακρόαση. Έτσι θα τους παρέχουν τη δυνατότητα να καταδείξουν τη καλή τους πίστη, προσκομίζοντας ενδεχομένως και νέα συμπληρωματικά έγγραφα της χώρας προέλευσής τους που αίρουν κάθε αμφιβολία σχετικά με την ακρίβεια της προσωπικής και οικογενειακής τους κατάστασης. Τέτοια στάση της ελληνικής διοίκησης δεν υπαγορεύεται από κοινωνική ευαισθησία ή πατριωτισμό, αλλά επιβάλλεται επιτακτικά από τις αρχές της χρηστής διοίκησης και του κράτους δικαίου που κείνται στα θεμέλια του φιλελεύθερου και δημοκρατικού μας πολιτεύματος. Γι’ αυτό ακριβώς και καλούμε τον Υπουργό Εσωτερικών και την Αποκεντρωμένη Διοίκηση Μακεδονίας-Θράκης
1. να διακόψουν αμέσως τη πρακτική των αθρόων άκριτων ανακλήσεων της ιθαγένειας των ομογενών από την πρώην ΕΣΣΔ,
2. να υιοθετήσουν δια της έκδοσης σχετικής εγκυκλίου τη πρακτική της προηγούμενης ακρόασης των ενδιαφερομένων, προκειμένης της διαπίστωσης της ακρίβειας των πιστοποιουμένων από αμφισβητούμενης γνησιότητας αλλοδαπά διοικητικά έγγραφα προσωπικής και οικογενειακής κατάστασης
3. να ανακαλέσουν, κατόπιν σχετικής αίτησης θεραπείας των ενδιαφερομένων, κάθε ανάκληση πράξης χορήγησης της ελληνικής ιθαγένειας που διενεργήθηκε χωρίς τη προηγούμενη ακρόασή τους και την ευκαιρία να καταδείξουν τη καλή τους πίστη.

Για το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΕΔΑ,

Ο Πρόεδρος                                                                  Ο Αντιπρόεδρος

Κωστής Τσιτσελίκης                                                      Αντρέας Τάκης
Καθηγητής, Παν. Μακεδονίας                                    Επίκουρος Καθηγητής, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο

Θυμηθείτε κι αυτά
prev next

Πριν φύγετε

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *