ΕΕ: Ελεύθερη η απασχόληση σε 2 εργοδότες
Σύμφωνα με την Οδηγία (ΕΕ) 2019/1152 της 20ής Ιουνίου 2019 για διαφανείς και προβλέψιμους όρους εργασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και ειδικότερα το άρθρο 9 αυτής, με τίτλο “Παράλληλη απασχόληση”, προβλέπεται ότι:
“1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ο εργοδότης δεν πρόκειται να απαγορεύσει σε εργαζόμενο να αναλάβει εργασία σε άλλους εργοδότες, εκτός του ωραρίου εργασίας που καθορίζεται με τον εν λόγω εργοδότη, ή να επιφυλάξει δυσμενή μεταχείριση σε εργαζόμενο για τον λόγο αυτό. 2. Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν προϋποθέσεις για τη χρήση των περιορισμών περί ασυμβίβαστου από εργοδότες για αντικειμενικούς λόγους, όπως η υγεία και η ασφάλεια, η προστασία του επιχειρηματικού απορρήτου, η ακεραιότητα του δημοσίου τομέα ή η αποφυγή της σύγκρουσης συμφερόντων.”
Το ίδιο νομοθέτημα, άρθρο 8, προβλέπει μέγιστη δοκιμαστική περίοδο απασχόλησης τους έξι μήνες, με δυνατότητα μειώσεως, σε περίπτωση που αυτό επιβάλλεται από τη φύση της σύμβασης εργασίας (π.χ. ορισμένου χρόνου έως 12 μηνών) ή και επιμήκυνσης, εφόσον αυτό δικαιολογείται από τη φύση της απασχόλησης, όπως για διευθυντικές θέσεις ή θέσεις ανώτατων στελεχών ή για θέσεις σε δημόσιες υπηρεσίες ή όποτε αυτό είναι προς το συμφέρον του εργαζομένου, όπως στο πλαίσιο ειδικών μέτρων για την προώθηση της μόνιμης απασχόλησης, ιδίως για τους νέους εργαζομένους.
Υπενθυμίζεται ότι στη χώρα μας, δυνάμει του άρθρου 17 παρ. 5 Ν. 3899/2010, η απασχόληση με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου λογίζεται ως απασχόληση δοκιμαστικής περιόδου για τους πρώτους δώδεκα (12) μήνες από την ημέρα ισχύος της. Κατά τη δοκιμαστική περίοδο η σύμβαση μπορεί να καταγγελθεί χωρίς προειδοποίηση και χωρίς αποζημίωση απόλυσης, εκτός κι αν άλλο συμφωνήσουν τα μέρη.
Η παραπάνω Οδηγία μεταφέρθηκε στη χώρα μας με καθυστέρηση, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τις μεταβατικές της διατάξεις, έπρεπε να έχει τεθεί σε εφαρμογή εδώ και έναν χρόνο. Η Οδηγία αφορά καταρχήν τόσο τον ιδιωτικό, όσο και τον δημόσιο τομέα.
Τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να προβλέπουν, σε αντικειμενικά δικαιολογημένες περιπτώσεις, ότι ορισμένες διατάξεις της δεν εφαρμόζονται σε ορισμένες κατηγορίες δημοσίων υπαλλήλων, στις δημόσιες υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, στις ένοπλες δυνάμεις, στις αστυνομικές αρχές, σε δικαστές, εισαγγελείς, ανακριτές ή άλλες υπηρεσίες επιβολής του νόμου λόγω της ειδικής φύσης των καθηκόντων που καλούνται να εκτελέσουν ή λόγω των όρων απασχόλησής τους.